Εδώ και ένα χρόνο ένας περίεργος ιός έχει προσβάλει τους πρόσφυγες της Πάτρας. Οι «παράπλευρες απώλειες» του πολέμου κατά της «τρομοκρατίας» που το σύστημα κυριαρχίας τους θέλει κρεμασμένους πάνω στα καράβια της ελπίδας φαίνεται πως εξεγέρθηκαν. Όταν η απόγνωση για την αδικία, τους συνεχείς βασανισμούς, την εξαθλίωση έπιασε κόκκινο, αποφάσισαν να δράσουν συλλογικά. Μαζί με τα ριζοσπαστικά εκείνα κομμάτια της πόλης που πάντα έμεναν στο μάτι των κρατούντων βγήκαν στο δρόμο απαιτώντας ελευθερία και αξιοπρέπεια. Το εύθραυστο νήμα, μια πορεία κοινών αγώνων με τους μετανάστες, έχει πιαστεί. Αυτό που μας ενώνει σήμερα μαζί τους είναι οι διαδικασίες αυτοοργάνωσης και αντίστασης, η συνεχής δυναμική αμφισβήτηση της εξουσίας ως αυθεντία, η καθημερινή αντίσταση στους όρους επιβίωσης με αυτοοργάνωση και αλληλεγγύη, η αμοιβαία κατανόηση ότι κανένας δεν εκπροσωπεί κανέναν και ότι κανένας δεν εκφράζει τίποτα πέρα από τη ζωντανή του θέληση.
Το ευτύχημα για όσους είναι από την από δω πλευρά είναι ότι εκείνοι έχουν αντιρρήσεις. Εκείνοι, τους οποίους η σιδερένια «ορθολογικότητα» του συστήματος καταδικάζει στην εξαφάνιση. Εκείνοι, που διαρκώς περιθωριοποιούνται, που χάνουν σε αυτό το δρόμο ταχύτητας, που μπερδεύουν τους κανόνες του παιχνιδιού, που πετάγονται από το τρένο της ανάπτυξης. Απέναντι στο ανίερο τραστ της τοπικής και παγκόσμιας κυριαρχίας οι μετανάστες – πρόσφυγες ήταν και είναι για εμάς η δυνατότητα του «ΟΧΙ» να φωνάξει «ΠΑΡΩΝ». Ο αγώνας συνεχίζεται…
Enduring Freedom
Το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 τρία αεροπλάνα κατειλημμένα από καμικάζι αυτοκτονίας κτύπησαν την καρδιά της Αμερικάνικης αυτοκρατορίας. Το Πεντάγωνο και το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου κατέρρευσαν σα χάρτινοι πύργοι. Η αφορμή δόθηκε. Η Δύση μπορούσε πια να κηρύξει και επίσημα την αρχή μια νέας σταυροφορίας. Το Νέο Δόγμα της βορειοατλαντικής συμμαχίας που έως τότε βολόδερνε μετά την πτώση του καθεστώτων του ανατολικού μπλοκ έβρισκε πια το πολυπόθητο νόημα στην κήρυξη ενός νεοπολέμου μακράς διάρκειας. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» ήταν γεγονός και η Δύση αποτέλεσε στο σύνολό της την καρδία της νέας συμμαχίας.
Η 11η Σεπτεμβρίου αποτέλεσε απλά την αφορμή μιας γενικευμένης επέμβασης της «συμμαχίας των προθύμων» κατά των περιοχών που κάποτε αποτελούσαν το μαλακό υπογάστριο της ΕΣΣΔ και τώρα έπρεπε να υποταχθούν καθολικά στα νέα αφεντικά. Η επιβολή της νέας αποικιοκρατίας παίρνει χαρακτηριστικά παγκόσμιου πολέμου, ενώ το δόγμα των ΗΠΑ διαλύει κάθε αμφιβολία: σε έναν πόλεμο δεν υπάρχει ουδετερότητα, όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας.
Η εφαρμογή του νέου δόγματος ανήγαγε τη «διεθνή τρομοκρατία» στον πρωτεύοντα εχθρό των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών – εχθρό τόσο εσωτερικό όσο και εξωτερικό. Η διάκριση αυτή έχει στην πράξη αρθεί. Οι ίδιες μορφές και δυνάμεις (ισλαμιστές φανατικοί, αναρχικοί, κράτη– παρίες κ.α.) μπορούν να απειλήσουν τη Δύση τόσο ως εσωτερικοί δολιοφθορείς όσο και ως πολεμοχαρείς υποστάσεις και οντότητες. Από αυτή την οπτική οι πολεμικές επιχειρήσεις της Δύσης και οι επιχειρήσεις αστυνόμευσης κατ' ουσίαν ταυτίζονται στο στόχο και στη λογική τους. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» ανάγεται σε μια διαρκή απόπειρα καθολικού ελέγχου και πλανητικής αστυνόμευσης, σε ένα διαρκή πόλεμο για την αποδοχή της νέας καπιταλιστικής τάξης. Έτσι, στο εξωτερικό έχουμε προληπτικούς πολέμους, απαγωγές πολιτών από τη CIA, στρατόπεδα τύπου Αμπού Γκράιμπ, μυστικές φυλακές. Η εξαγόμενη δημοκρατία à la carte γίνεται η προμετωπίδα της εκστρατείας Enduring Freedom ενώ η εναλλαγή φίλων και εχθρών από τη λίστα του «άξονα του κακού» αναδιατάσσουν τη σκακιέρα της παγκόσμιας κυριαρχίας. Ενώ, στο εσωτερικό έχουμε την αναδιοργάνωση και ενοποίηση των μηχανισμών ασφάλειας και καταστολής, τη σκλήρυνση και ελαστικοποίησή τους, την ανάδυση ισχυρών και πανοπτικών τεχνικών επιτήρησης του συνόλου ουσιαστικά του πληθυσμού.
Σήμερα, είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι ο πόλεμος γίνεται ταυτόχρονα κινητήρια δύναμη της οικονομίας, μέσο επίλυσης των εσωτερικών κρίσεων και τρόπος αναγκαίας ανάλωσης του ανθρώπινου πλεονάσματος. Η κύρια παραγωγική λειτουργία της γιγάντιας υστερο-καπιταλιστικής μηχανής, το κύριο προϊόν της είναι ακριβώς –όσο τρομερό και αν ακούγεται δεν έχουμε πλέον καμία δικαιολογία να εθελοτυφλούμε– η μαζική παραγωγή καταστροφής. Η διεθνοποιημένη κρατική τρομοκρατία εξοντώνει λαούς και ερημώνει χώρες. Τη στιγμή που σιδηρόφρακτες μεραρχίες υπαγορεύουν τους κανόνες του «διεθνούς δικαίου», η ισχύς του παγκόσμιου καθεστώτος κυριαρχίας μοιάζει να απομένει σαν ο τελικός ρυθμιστής των πεπρωμένων των λαών και κανείς μας πλέον δεν είναι ασφαλής από τον τρόμο σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου και αν βρίσκεται.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό οι μετανάστες και οι πρόσφυγες γίνονται ένας από τους κεντρικούς στόχους της κυριαρχίας στο εσωτερικό. Ο νέος εσωτερικός εχθρός του αντιτρομοκρατικού πολέμου είναι οι πρόσφυγες που καταφθάνουν κατά χιλιάδες μετά την ερημοποίηση των περιοχών τους από τη Δύση αλλά και οι οικονομικοί μετανάστες που είτε προέρχονται από τις ίδιες περιοχές είτε από τις πρώην ανατολικές χώρες και κάποτε αποτελούσαν τόσο την απόδειξη της «ανωτερότητας του καπιταλισμού» όσο και το μοχλό της νέας του ανάπτυξης. Οι μετανάστες αποτελούν τον τέλειο στόχο για την επαναθεμελίωση του νοήματος της Δυτικής κυριαρχίας. Άλλωστε τα κινήματα των τελευταίων δεκαετιών έδειχναν πιο πολύ από ποτέ την αμφισβήτηση της εξουσίας ως αυθεντία και έτσι, ως ώριμο φρούτο, εμφανίστηκε ο «άλλος» για να ετεροπροσδιορίσει το ξεθωριασμένο νόημά της.
Για τη Δύση οι λαοί πέρα από αυτή ποτέ δε θεωρήθηκαν «άνθρωποι». Παρότι επηρέασαν βαθιά τη δυτική κουλτούρα, την επιστήμη, την τέχνη ακόμα και την αρχιτεκτονική, ο ρόλος που τους επιφυλάχθηκε ήταν στην καλύτερη περίπτωση αυτός του υπηρέτη των δυτικών κεφαλαίων ή στην χειρότερη του αναλώσιμου εμψύχου υλικού. Ο Δυτικός καπιταλισμός χρησιμοποίησε τους λαούς των πρώην αποικιών ως τα πρώτα πειραματόζωα των φαρμακευτικών εταιριών, των εταιριών παραγωγής και ελέγχου γενετικά τροποποιημένων τροφίμων, ως υποζύγια των εταιριών εκμετάλλευσης κοιτασμάτων, ως δίχως αξία θύματα των εταιριών εμπορίας όπλων και τις κυβερνήσεις τους υποχρεωτικούς πελάτες όλων των παραπάνω.
Και αν κάποτε ήταν η επιστήμη που ως διαχρονικός υποτελής της κυριαρχίας έδωσε μέσα από τις αποδείξεις για την ανωτερότητα της δυτικής φυλής το πράσινο φως για γενοκτονίες, σήμερα έρχεται η ιδεολογία της ανάπτυξης να πάρει καθολικά χαρακτηριστικά «αναγκαιότητας» στην βάση της ιδεοληψίας ότι η κοινωνική μάχη έχει λάβει οριστικό τέλος για να δικαιολογήσει νέες γενοκτονίες και δουλεμπόριο.
Η Ευρώπη γίνεται Φρούριο
Με την σύνοδο κορυφής της ΕΕ το 2003 στη Θεσσαλονίκη γίνεται πλέον κεντρική πολιτική της Ευρώπης η πάταξη της «λαθρομετανάστευσης». Προσεταιρίζονται κράτη δορυφόροι που απολαμβάνοντας προνομιακές σχέσεις με την Ένωση καλούνται να κάνουν τη βρώμικη δουλειά έξω και πέρα από το νομικό πολιτισμό των Ευρωπαίων. Σε Τουρκία, Λιβύη, Μαρόκο κατασκευάζονται στρατόπεδα συγκέντρωσης «λαθρομεταναστών» μαμούθ, ενώ από τη Γερμανία και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες γίνονται καθημερινά πτήσεις για τη μεταφορά των μεταναστών στα σύγχρονα κολαστήρια. Παράλληλα η ΕΕ ονομάζει κράτη όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία «χώρες πρώτης υποδοχής», επιβάλλοντας ειδικό νομικό καθεστώς αντιμετώπισης του φαινομένου. Οι χώρες επιδοτούνται για κάθε σύλληψη από τα κοινοτικά ταμεία ενώ αναπτύσσονται ανά την επικράτεια «κέντρα υποδοχής λαθρομεταναστών». Τα τελευταία δεν αποτελούν τίποτε παραπάνω από σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου κάθε έννοια δικαίου και ελευθερίας καταπατώνται στο όνομα του νέου εχθρού.
Δύο χρόνια αργότερα αποφασίζεται η ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Στρατιωτικής Υπηρεσίας για τη φύλαξη των συνόρων (FRONTEX) η οποία θα λειτουργεί παράλληλα με τον Ευρωστρατό για την καταστολή κάθε παράνομης «εισβολής». Με την «ντιρεκτίβα περί επιστροφής προσώπων» γνωστή και ως «ντιρεκτίβα του αίσχους» έχουμε τον εξοπλισμό του νομικού οπλοστασίου της Ευρώπης με ένα νόμο που προβλέπει βαριές ποινές φυλάκισης και απελάσεις για κάθε πρόσφυγα και μετανάστη χωρίς χαρτιά.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό έχουμε και στην Ευρώπη ένταση της εσωτερικής καταστολή με αιχμή νέες αντιμεταναστευτικές πολιτικές. Η Βρετανία μεταβάλλεται μέσα σε λίγα χρόνια σε μια ολοκληρωτική κοινωνία όπου ο «σωστός» πολίτης μετατρέπεται σε σύγχρονο χαφιέ, έχοντας πρόσβαση μόνο στο Λονδίνο σε 150 χιλιάδες κάμερες, έχει την ιερή υποχρέωση να καταγγέλλει κάθε ύποπτο για τρομοκρατία. Στη Γαλλία νέοι νόμοι εμφανίζονται στο προσκήνιο που οδηγούν τους πρόσφυγες είτε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης είτε σε πολυετή φυλάκιση. Στην Ιταλία επιστρατεύονται ακόμα και οι ένοπλες δυνάμεις για την καταστολή των μεταναστών στα αστικά κέντρα. Παράλληλα χώρες όπως η Δανία και άλλες σκανδιναβικές με παράδοση στο σεβασμό των δικαιωμάτων μεταναστών και προσφύγων μετατρέπονται σε φοβικές κοινωνίες που υψώνουν απροσπέλαστα νομικά τείχη απέναντι στον «άλλο».
Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο στόχος της κυριαρχίας σήμερα είναι να ελέγχει τη στρόφιγγα της εισροής των μεταναστών ώστε να τους χρησιμοποιεί ως μοχλό ανάπτυξης του πλεονάζοντος Ευρωπαϊκού κεφαλαίου ενώ παράλληλα να δημιουργεί τις συνθήκες, το πεδίο και το μέτρο της εσωτερικής καταστολής και του φόβου.
Οι «ανοιχτές» ευρωπαϊκές κοινωνίες γίνονται ξενοφοβικές και μεταφέρουν στους μετανάστες την ευθύνη της οικονομικής και κοινωνικής αθλιότητας στην οποία τους οδηγεί το «διαίρει και βασίλευε» του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στους διάφορους δικτατορίσκους τύπου Σαρκοζί και Μπερλουσκόνι και κάνουν «φιλειρηνικές» διαδηλώσεις ενάντια στη βία των γκέτο ή «αντιρατσιστικές» συγκεντρώσεις για να φύγουν οι καταυλισμοί προσφύγων από τη γειτονιά τους.
Η Ευρώπη θωρακίζεται και υψώνει απροσπέλαστα τείχη ενάντια στους μετανάστες που έρχονται κατά χιλιάδες από τις διαλυμένες χώρες τους αναζητώντας είτε περισσότερη ελευθερία είτε οικονομική ανάσα είτε και τα δύο. Εγκαταλείποντας τα λεηλατημένα από την παλιά και νέα αποικιοκρατία εδάφη τους, βρίσκουν πόρτες κλειστές. Στα σύνορα του φρουρίου, το μήνυμα ισχυροποιείται δολοφονώντας και στέλνοντας κακήν κακώς πίσω όποιον μετανάστη πλησιάζει. Η Δύση δεν τους χρειάζεται πια στα εδάφη της. Τώρα την ενδιαφέρει ένας πλήρως ελεγχόμενος αριθμός πλήρως ελεγχόμενων μεταναστών για τις βρώμικες και σχεδόν απλήρωτες δουλειές των μεγαλουπόλεων. Όλοι οι άλλοι δεν αποτελούν παρά ένα παράσιτο στο σώμα της.
Μέσα υλοποίησης των κυρίαρχων σχεδίων είναι η δημιουργία της στερεοτυπικής εικόνας του εχθρού (μετανάστες, ισλάμ, αναρχικοί κ.α.) για την οποία έχει χρειαστεί μια τεράστια και δαπανηρή εκστρατεία υποβολής της κοινής γνώμης, επιστρατεύοντας μια πολιτικά ελεγχόμενη και ακαδημαϊκά θεσμοποιημένη εμπειρογνωμοσύνη από τη μία μεριά και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης από την άλλη. Έτσι, στρώνεται το έδαφος για την εφαρμογή των πιο σκληρών αντιμεταναστευτικών και κατασταλτικών πολιτικών, ώστε ο αυταρχισμός του δυτικού πολιτισμού να συναντήσει το φυσικό του σύμμαχο, το νεοφιλελευθερισμό.
Από την άλλη, οι πολιτικές της δήθεν ενσωμάτωσης και του ψευτο-διεθνισμού δεν έχουν ως στόχο παρά την πλήρη αποδοχή των όρων της κυριαρχίας. Ο κοσμοπολιτισμός του διεθνοποιημένου κεφαλαίου αποτελεί ορισμένες φορές υπέρβαση του εθνικισμού, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι πολέμιός του. Το μόνο αντίπαλο ρεύμα ιδεών στον αστικό εθνικισμό στάθηκε πάντα, από τη βιομηχανική επανάσταση και μετά, το επαναστατικό αντικρατικό–αντικαπιταλιστικό κίνημα που επέμενε να ενσαρκώνει τη μεγάλη ρομαντική ευ-τοπία μιας ελεύθερης, δίκαιης και εξισωτικής μετα-καπιταλιστικής κοινωνίας.
Οι δύο αυτές πολιτικές είναι ουσιαστικά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος καθώς η «πολυπολιτισμική κοινωνία» δημιουργεί έναν νέου τύπου ρατσισμό. Οι μετανάστες γίνονται ανεκτοί όσο είναι νόμιμοι και διαχωρισμένοι από τους ντόπιους. Με ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα και με τον εκβιασμό της μη ανανέωσης των καρτών διαμονής τους, ώστε από τη μία να λειτουργούν ως απροστάτευτο και φτηνό εργατικό δυναμικό και από την άλλη ως πολιορκητικός κριός για τα δικαιώματα των ντόπιων εργατών. Τα κράτη γνωρίζοντας καλά ότι η καλύτερη καταστολή είναι η ανάγκη για επιβίωση δημιουργούν με όπλο την πράσινη κάρτα όρους ομηρίας, αφομοίωσης και εκβιασμού, θέτοντας έτσι το μετανάστη εκτός κάθε πολιτικής διεργασίας.
Οι πολιτικοί πρόσφυγες που στο παρελθόν αποτελούσαν τα άλλοθι του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά και μοχλό πίεσης της εξωτερικής πολιτικής του στο όνομα των δήθεν ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σήμερα αντιμετωπίζονται και αυτοί ως μη ανεκτοί. Η Ελλάδα κάνει δεκτές αιτήσεις πολιτικού ασύλου σε ποσοστό δυο τοις χιλίοις ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά αποδοχής στην ΕΕ μειώνονται τραγικά.
Το ζήτημα της Πάτρας
Η Πάτρα υπήρξε ανά τους αιώνες μια κοσμοπολίτικη πόλη. Από τους Ρωμαϊκούς χρόνους έως και σήμερα έχει δεχθεί κατά καιρούς κύματα προσφύγων και μεταναστών κάθε λογής. Από Ιταλούς πολιτικούς πρόσφυγες στα τέλη τους 19ου αιώνα, πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία τη δεκαετία του 20, εσωτερικούς μετανάστες από πολλές αγροτικές περιοχές στα μέσα τους αιώνα, οικονομικούς μετανάστες από την Αλβανία και τις άλλες ανατολικές χώρες τις προηγούμενες δεκαετίες έως τους σημερινούς πρόσφυγες των πολέμων της Δύσης στην Ανατολή.
Είναι αλήθεια πως η αντιμετώπιση των προσφύγων δεν ήταν ποτέ κοινή από την πόλη. Οι παράγοντες που διαμόρφωναν κάθε φορά το βαθμό ένταξης των μεταναστών στην Πάτρα ήταν πολλοί. Από τις αιτίες της μετανάστευσης, την ανάπτυξη της βιομηχανίας και τις ανάγκες της σε εργάτες έως τις παραδοσιακές σχέσεις των Ελλήνων με τις διάφορες εθνότητες, ένα είναι σίγουρο. Η ίδια η ιστορία της Πάτρας είναι μια ιστορία προσφύγων. Ανθρώπων που επηρέασαν βαθιά την κουλτούρα, τα ήθη και τα έθιμα αλλά και την ίδια την ιστορία της. Φαίνεται άλλωστε και από τα ονόματα πολλών γειτονιών που άλλοτε αποτελούσαν γκέτο μειονοτήτων. Ιταλικά, Προσφυγικά, Γύφτικα, η νέα γειτονιά των αλβανών στο Βλατερό έως τον καταυλισμό άλλοτε των Κούρδων προσφύγων και το σημερινό των Αφγανών είναι λίγα απότα παραδείγματα.
Η ίδια η ύπαρξη του καταυλισμού της Αγυιάς στην Πάτρα χρονολογείται εδώ και μια δεκαπενταετία όταν οι Κούρδοι κατά κύριο λόγο πολιτικοί πρόσφυγες κατέφτασαν στην ελώδη περιοχή δίπλα από το λιμάνι για να βρουν καταφύγιο. Η περιοχή τότε ήταν εγκαταλειμμένη καθώς παρότι βρισκόταν αρκετά κοντά στο οικονομικό κέντρο της πόλης η ποιότητα των εδαφών της δεν θεωρούνταν κατάλληλη για οποιαδήποτε οικοδόμηση. Έτσι, αποτέλεσε το ιδανικό μέρος για τους πρόσφυγες είτε ήθελαν να δουλέψουν στο κέντρο είτε ήθελαν να περάσουν την πύλη εξόδου προς της θάλασσα ανεβαίνοντας κρυφά σε ένα πλοίο της γραμμής. Παράλληλα εδώ καταγράφουμε και την εμφάνιση των πρώτων κυκλωμάτων εκμετάλλευσης των προσφύγων. Κυκλώματα που είχαν και έχουν πάντα στενούς δεσμούς με τις αστυνομικές και λιμενικές αρχές αλλά και διαφόρους επιχειρηματίες. Η ιστορία έχει καταγράψει πολλές τραγικές περιπτώσεις θανάτων με χαρακτηριστικότερη το μαζικό θάνατο δεκάδων προσφύγων μετά από φωτιά στο πλοίο Superfast.
Τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η άλλοτε βαλτώδης περιοχή επιλέχθηκε να γίνει ο πυλώνας μια νέας οικοδομικής ανάπτυξης του παραλιακού μετώπου. Τα οικόπεδα αγοράστηκαν σε πλειστηριασμούς από μεγαλοεργολάβους και η ανοικοδόμηση άρχισε. Μόνο που υπήρχε ένα πρόβλημα. Η εικόνα του καταυλισμού χαλούσε το προφίλ της νέας πανάκριβης περιοχής και έτσι τα διαμερίσματα έμεναν απούλητα. Τι και αν το οικόπεδο που σήμερα αναπτύσσεται ο καταυλισμός προορίζεται με βάση το νέο σχέδιο πόλης για πλατεία; Τι και αν οι δυο και πλέον χιλιάδες πρόσφυγες έχουν καταφέρει κάτω από αντίξοες συνθήκες να αναπτύξουν με κάθε μέσο μια κοινότητα βασισμένη στην αλληλεγγύη, την αλληλοβοήθεια και την αυτοοργάνωση; Η ανάπτυξη επέβαλε την «τελική λύση» της ολοκληρωτικής τους έξωσης από το «χωριό» τους, της σωματικής και ψυχικής τους εξόντωσης από τις αρχές. Αυτό έλεγε και λέει το σχέδιό τους έως τη στιγμή που μαζί με τους πρόσφυγες χαλάσαμε τα σχέδιά τους.
Το ζήτημα του καταυλισμού της Πάτρας είναι ένα ζήτημα πολύ ιδιαίτερο. Ιδιαίτερο κοινωνικά, πολιτικά αλλά και πολεοδομικά. Σε κοινωνικό επίπεδο ανέδειξε το φαινόμενο του κοινωνικού ρατσισμού της περιοχής, μερίδα κατοίκων της οποίας θέλησε να διώξει με κάθε μέσο τους πρόσφυγες. Το φαινόμενο βέβαια του ρατσισμού δεν εμφανίστηκε με παρθενογένεση. Πάτησε πάνω στην «φιλοδοξία» ενός δημάρχου να απαλλάξει την πόλη από τους πρόσφυγες, πάνω στα συμφέροντα των εργολάβων που σπονσοράριζαν κάθε ρατσιστική εκδήλωση, πάνω σε συμφέροντα επιχειρηματιών του λιμανιού που χρηματοδοτούσαν και καλούσαν εκδηλώσεις, πάνω στην πλήρη συμπόρευση των πατρινών ΜΜΕ με τα παραπάνω. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό το εύρημα εταιρίας δημοσκοπήσεων που ενώ αναδεικνύει το ζήτημα των προσφύγων ως το δεύτερο σημαντικότερο ζήτημα της πόλης, στους κατοίκους της περιοχής του καταυλισμού έρχεται πέμπτο. Το ίδιο ζήτημα πριν την απόφαση δημάρχου, οικονομικών συμφερόντων και ΜΜΕ να δημιουργήσουν αντιπροσφυγικό κλίμα δεν υπήρχε καν στη λίστα των θεμάτων που απασχολούσαν τους πατρινούς. Κατασκευασμένα ή μη τα φαινόμενα ρατσισμού ήταν φυσικό να έλθουν σε ανοιχτή ρήξη με το κίνημα αλληλεγγύης.
Ένα τυχαίο περιστατικό ήταν αρκετό για να έλθουμε σε ουσιαστική επαφή με τους πρόσφυγες του καταυλισμού και από εκεί και πέρα να οικοδομήσουμε μαζί ένα κίνημα πρωτόγνωρο για την πόλη. Ένα κίνημα που όχι μόνο ακύρωσε, έστω και προσωρινά, τα σχέδια των αρχών αλλά νίκησε και κάθε ρατσιστική απάντηση. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι μετά τις δύο μεγάλες πορείες των μεταναστών οι κάθε λογής γνωστοί άγνωστοι περιορίστηκαν μόνο σε τηλεοπτικές εμφανίσεις ενώ κανένας δεν τόλμησε να επαναλάβει καμία ρατσιστική συγκέντρωση. Ο τραφοδοτούμενος ρατσισμός γύρισε μπούμερανκ στους εμπνευστές του πυροδοτώντας ένα πρωτόγνωρο κύμα αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας από όλη την κοινωνία της Πάτρας. Δεκάδες άνθρωποι γέμισαν τους χώρους μας με ρούχα, φάρμακα, τρόφιμα, εθελοντές δάσκαλοι και γιατροί είναι λίγα μόνο από τα παραδείγματα.
Από πολιτική σκοπιά η συνειδητή αδιαφορία της πολιτικής ηγεσίας για το ζήτημα των προσφύγων σταμάτησε πριν από ένα χρόνο. Ο Δήμαρχος αποφασίζει να δώσει την τελική λύση στο ζήτημα που απασχολεί τόσο πολύ τους επιχειρηματίες. Ο ίδιος και άνθρωποί του στα ΜΜΕ αρχίζουν έναν ανοιχτό πόλεμο λάσπης και προπαγάνδας ενάντια στους πρόσφυγες συναγωνιζόμενοι σε ρατσιστική χυδαιότητα ακόμα και τους παραδοσιακούς δεξιούς. Η «Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» γίνεται εύκολα «Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών» και ο σοσιαλιστής Δήμαρχος βάζει εμπρός την «τελική λύση». Λογάριαζε όμως χωρίς το κίνημα αλληλεγγύης. Ένα κίνημα που ωριμάζει σταδιακά χτίζοντας ουσιαστικές πολιτικές σχέσεις με τους πρόσφυγες. Το κίνημα μαζί με τους πρόσφυγες αρθρώνει πολιτικό λόγο, δημιουργεί καινούργιους θεσμούς αυτοοργάνωσης και αμεσοδημοκρατίας ενώ η αποφασιστική του θέληση και πράξη αναγκάζει την πολιτική ηγεσία σε υποχώρηση.
Η επιλογή της εξουσίας είναι τώρα ένας πόλεμος χαμηλής έντασης προσπαθώντας από τη μία να κάνει τη ζωή μέσα στον καταυλισμό αφόρητη με τη συνεχή αστυνόμευση (σχέδιο γκουαντάναμο) και από την άλλη να ελέγξει και να καταστείλει κάθε αντίδραση στο εσωτερικό των προσφύγων. Το δεύτερο η αστυνομία το υλοποιεί με τους «δικούς της ανθρώπους» μέσα στον καταυλισμό οι οποίοι έχοντας στα χέρια τους την εξουσία να αποφασίζουν για τη ζωή και την τύχη των ανθρώπων (ποιός θα περάσει στην Ιταλία και ποιός όχι) επιβάλουν το νόμο τους. Και εδώ όμως μετανάστες και αλληλέγγυοι αντιδρούν. Όταν τα περιστατικά της αυταρχικής συμπεριφοράς γίνονται ανυπόφορα οι πρόσφυγες μαζί με τους αλληλέγγυους αντιδρούν δυναμικά απαλλάσσοντας την κοινωνία τους από αυτόκλητους εξουσιαστές. Οι πρόσφυγες έχουν ήδη αποκτήσει συνείδηση της δύναμης τους να λειτουργούν ομαδικά, να σκέπτονται και να πράττουν πολιτικά και αυτεξούσια.
Όπως σε όλες σχεδόν τις μητροπόλεις της δύσης που ο καπιταλισμός με όπλο την κυρίαρχη πολεοδομία κλείνει τους μετανάστες σε γκέτο έτσι και στην Πάτρα ο ρόλος της πολεοδομίας ήταν και είναι ουσιαστικός. Ο αποκλεισμός των μεταναστών σε άθλια γκέτο στις δυτικές μητροπόλεις δεν ήταν τίποτε άλλο από το χωρικό περιτύλιγμα της κυριαρχίας για τη διευκόλυνση του σύγχρονου δουλεμπορίου. Τα σχέδια των κυρίαρχων για τον πλήρη έλεγχο των μεταναστών χάλασαν από τη στιγμή που η κοινωνία τους αντέδρασε. Από τότε που βγήκαν κατά χιλιάδες στους δρόμους διεκδικώντας ελευθερία. Από τότε που ενώθηκαν με τα ριζοσπαστικά εκείνα κομμάτια της πόλης που πάντα έμπαιναν στο μάτι των κρατούντων. Έτσι αποφάσισαν να τους κατεδαφίσουν. Να τους μεταφέρουν εκτός πόλης σε σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης μακριά από τις κοινωνικές διεργασίες. Τώρα που οι μετανάστες δείχνουν πραγματικά επικίνδυνοι για αυτούς το πλήρες φακέλωμα και η επιτήρηση είναι η λύση που προτείνουν.
Αντιστροφή προοπτικής
Το ευτύχημα για όσους είναι από την από δω πλευρά, την πλευρά της αντίστασης, της ρήξης και της ανατροπής, είναι ότι εκείνοι έχουν αντιρρήσεις. Εκείνοι, τους οποίους η σιδερένια «ορθολογικότητα» του συστήματος καταδικάζει στην εξαφάνιση. Εκείνοι, που διαρκώς περιθωριοποιούνται, που χάνουν σε αυτό το δρόμο ταχύτητας, που μπερδεύουν τους κανόνες του παιχνιδιού, που πετάγονται από το τρένο της ανάπτυξης. Με δύο λόγια, εκείνοι που περισσεύουν αλλά που κανένα συμπονετικό σοσιαλδημοκρατικό σύστημα δεν τόλμησε να θεσπίσει για αυτούς μια μαζική και ανώδυνη μορφή ευθανασίας, δεν είναι καθόλου διαθέσιμοι να προχωρήσουν σε έναν πειθήνιο αφανισμό αλλά γαντζώνονται από τη ζωή και απαιτούν ό,τι και οι άλλοι. Με κάθε μέσο. Αυτό που μένει, είναι να βρουν τους φυσικούς τους συμμάχους.
Σήμερα, γίνεται όσο ποτέ αναγκαία η συσπείρωση όλων των δυνάμεων, ατόμων ή ομάδων που διαλέγουν ακόμα να υπερασπίσουν ένα πράγμα τόσο ευπαθές και τρωτό όσο η ζωή και η αξιοπρεπής διαβίωση, και αυτό όχι στο όνομα οποιασδήποτε εσχατολογίας της λύτρωσης, αλλά στη βάση τις ίδιας τους της αδιαπραγμάτευτης επιθυμίας. Σε όλο αυτό όχι μόνο υπάρχει χώρος για ανθρώπους από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους και νοοτροπίες, αλλά και ο ρόλος που θα είχαν να παίξουν θα μπορούσε να αποδειχθεί υπό κάποιους όρους πολύτιμος. Μια τέτοια συσπείρωση δεν θα πρέπει να είναι απλώς αμυντική αλλά να είναι σε θέση να διατυπώσει ρητά και με ευκρίνεια ένα βιώσιμο όραμα που όμως δεν θα παγιδεύει από μόνο του τον εαυτό του. Όσοι δεν μπορούν να ξεχάσουν τη διπλή γλώσσα που κυμαίνεται πονηρά και κατά περίσταση από τη ρητορική της αδελφότητας στις στρατηγικές της χειραγώγησης, όσοι υπονομεύουν διαρκώς κάτω από το τραπέζι τους συστρατευόμενούς τους και όσοι δε μπορούν να απαρνηθούν τα θεσπισμένα προνόμια και εξουσίες με τα οποία τους κρατούν δεμένους εκείνοι οι συνασπισμοί ισχύος που ευθύνονται για την αθλιότητα, η οποία υποτίθεται ότι τους συγκινεί και τους συνεγείρει, αυτοί βεβαίως και δε μπορούν να τοποθετηθούν παρά μόνο στη θέση του αντιπάλου.Εδώ, σήμερα και τώρα, θεωρούμε τους πρόσφυγες–μετανάστες καθημερινούς μας συμμάχους στον αγώνα μας για την ελευθερία.
Αυτό που μας συνέδεσε από την πρώτη στιγμή μαζί τους δεν ήταν κάποια ταξική ιδιότητα, αλλά ίδια η Ελευθερία. Μια έννοια που δεν βρίσκει νόημα εάν δεν απαντάται στο σύνολο της κοινωνίας. Αυτό που μας ένωσε και μας ενώνει λοιπόν μαζί τους είναι η συστηματική της στέρηση, η εξουσία η ίδια.Δεν έχουμε αυταπάτες για τις λογικές ενσωμάτωσης–ένταξης (ΜΚΟ, Φιλανθρωπικών Οργανώσεων, ΔΑ, Καθεστωτικής Αριστεράς). Το κίνημα παλεύει για την κοινωνική ένταξη των μεταναστών- προσφύγων έξω και πέρα από την αποδοχή των όρων της κυριαρχίας αλλά για τη δημιουργία του εδάφους των κοινών αγώνων. Για το μπόλιασμα του κοινού αγώνα από την κουλτούρα και την παράδοση όλων των λαών στη μορφή και στο περιεχόμενό του. Για μια νέα κουλτούρα δυναμικής πολιτικής και κοινωνικής σχέσης μαζί με όλη την κοινωνία.
Σήμερα μαζί με πρόσφυγες και μετανάστες παλεύουμε για ελευθερία μετακίνησης και παραμονής ως αυτονόητο πολιτικό αίτημα του κινήματος για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια, ως πολιτικό όρο και αίτημα πάλης και όχι ως απλά ατομική – δικανική διεκδίκηση.
Μαζί τους παλεύουμε ενάντια στα εσωτερικά και εξωτερικά σύνορα. Ενάντια στην αστυνομοκρατία, στην καταστολή, στην γκετοποίηση, στην απομόνωση.
Παλεύουμε ενάντια σε όλες τις αντιμεταναστευτικές πολιτικές. Ενάντια στη Συνθήκη του Δουβλίνου, την Οδηγία Επιστροφής, τη Frontex, τον ευρωστρατό.
Σήμερα παλεύουμε για να κλείσουν όλα τα κέντρα «φιλοξενίας» που φυτρώνουν ανά την επικράτεια. Για να πέσει κάθε φυλακή.
Αυτό που μας ενώνει σήμερα με τους πρόσφυγες της Πάτρας είναι οι κοινοί αγώνες, οι διαδικασίες αυτοοργάνωσης και αντίστασης, η συνεχής δυναμική αμφισβήτηση της εξουσίας ως αυθεντία τόσο εκτός όσο και εντός των «τειχών» της κοινωνίας τους, η καθημερινή αντίσταση στους όρους επιβίωσης με αυτοοργάνωση και αλληλεγγύη, η αμοιβαία κατανόηση ότι κανένας δεν εκπροσωπεί κανέναν και ότι κανένας δεν εκφράζει τίποτα πέρα από τη ζωντανή του θέληση. Από την πρώτη στιγμή θέσαμε ως στόχο να διαταράξουμε την κοινωνική ειρήνη της πόλης. Απέναντι στο ανίερο τραστ της τοπικής και παγκόσμιας κυριαρχίας οι μετανάστες–πρόσφυγες ήταν και είναι για εμάς η δυνατότητα του «ΟΧΙ» να φωνάξει «ΠΑΡΩΝ».
Το κίνημα που αναπτύχθηκε στην Πάτρα κατέδειξε τις δυνατότητες μιας διαφορετικής προσέγγισης. Στόχος πλέον είναι η συγκρότηση κινήσεων κινηματικών με τους μετανάστες και όχι για τους μετανάστες. Κανείς δε μπορεί να εκφράζεται αυτάρεσκα με παραταξιακές λογικές ιδεολογικής υφής. Το κοινό νήμα που συνδέει τους μετανάστες με εμάς είναι η στέρηση της ελευθερίας, η εξουσία η ίδια.
Μόνο τέτοιες κινηματικές λογικές μπορούν να σπάσουν την καταπίεση και να κοινωνικοποιήσουν την αντίσταση. Απέναντι στη λογική των στρατοπέδων συγκέντρωσης, μια υπόκωφη οργή παίρνει διαστάσεις πολιτικής έκφρασης. Να πάμε πέρα από το εφικτό και τις αλήθειες του. Δε θα συναινέσουμε στην αναδιατύπωση της σκλαβιάς.
Για να γίνει ο λόγος και η πράξη μας αγώνας αντικαθεστωτικός, για να γίνει η αδιάλλακτη αποφασιστικότητά μας μια σπίθα αληθινής ελπίδας, μια λυτρωτική υπενθύμιση ότι ο δρόμος για την προέλαση της βαρβαρότητας δε θα είναι ποτέ ορθάνοικτος.
πηγη:http://www.resistance2003.gr/
Κατεβάστε το συνημμένο αρχείο: akp-brochure-refugees.pdf (application/pdf)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου